Τα τελευταία τρία χρόνια δεν έχω σταματήσει να κάνω συγκρίσεις την όλη κατάσταση με την διαμονή μου στην Σερβία λίγο πριν τον πόλεμο 1987-89.
Η ζωή μας άρχισε να μοιάζει με αυτή των Σέρβων που βρέθηκαν ξαφνικά σε οικονομική κατάρευση, αποσύνθεση, απομόνωση και τέλος πόλεμο.
Το 1993 όταν το Εμπάργκο είχε προχωρήσει για τα καλά, ο πληθωρισμός ήταν τεράστιος που οι άθρωποι έπαιρναν το πρωί το μισθό και ως το βράδυ έχαναν τα μισά τους λεφτά.
Τρέχαμε σαν φοιτητές να χαλάσουμε τα μάρκα στη μαύρη αγορά και να πάρουμε όσο το δυνατόν περισσότερα δηνάρια.
Ακόμα και το 1995 που υποτίθεται ότι τα πράγματα είχαν ηρεμήσει ακόμα και τότε περνούσαν δύσκολα.
Η βενζίνη ήταν ανύπαρκτη, και έπρεπε να περιμένεις σε τεράστιες ουρές.
Ουρές ατελειώτες στα σούπερ μάρκετ για λάδι, ψωμί, ζάχαρη καφέ.
Επενδύσεις αρχικά από ξένους δεν επέτρεπαν την δεκαετία του 1980, αλλά μετά δώσανε κίνητρα χαμηλής φορολογίας στους ξένους επενδυτές, πράγμα που αναμένουμε να γίνει κι εδώ.
Το 1992 ο πόλεμος απλώθηκε στη Βοσνία. Εκεί οι εχθροί ήταν οι Μουσουλμάνοι οι Κροάτες, και οι Σέρβοι. Τότε μέσα σε εκείνη την αναμπουμπούλα του πολέμου χιλιάδες Σέρβοι εγκατέλειψαν την χώρα τους φεύγοντας μακρυά από την φτώχεια και την μιζέρια. Έφτασαν στην Αυστραλία, στην Ν. Ζηλανδία κάνοντας τις δουλειές που δεν έκαναν οι ντόπιοι κι ας ήταν μορφωμένοι. Έγιναν χτίστες, κηπουροί, εργάτες προκειμένου να επιβιώσουν και να βρουν την τύχη τους μακρυά από την πατρίδα τους.
Κι έφτασε ο Έλληνας την εποχή του 2012 να ψάχνει στα ράφια για τα πιο φτηνά προίόντα, να κυκλοφορεί με ποδήλατο, να μην ζεσταίνει το σπίτι του, να κάνει οικονομία στο ρεύμα, να ξεπουλά ότι κόσμημα και κημείλιο έχει στα ενεχυροδανειστήρια, να τρώει ξερό ψωμί, να σκαλίζει τους κάδους των σκουπιδιών, να κοιμάται στα παγκάκια να ζει σε σπίτια χωρίς ρεύμα.
Απαξιώθηκαν κινητά και ακίνητα, αυτοκίνητα περιουσίες πετάχτηκαν στο δρόμο και άνθρωποι αξιοπρεπείς έγιναν ζητιάνοι, επιχειρήσεις καταστράφηκαν, κόσμος άνεργος, απελπισμένος, τα πάντα ακρίβηναν και η αξιοπρεπή επιβίωση του έλληνα έγινε “όνειρο απατηλό”.
Για όσους όλα αυτά φαίνονται παράλογα δεν έχει παρά να κάνει μια βόλτα στη Θεσσαλονίκη και σε περιοχές δυτικά της πόλης.
Δεν υπάρχει οικογένεια που να μην συζητά την λέξη “να φύγουμε”.
Δεν υπάρχει οικογένεια που να μην έχει ματώσει και να μην κλαίει.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ζορίζεται.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει καταλάβει ότι το έδαφος σίεται, τρίζει κάτω από τα πατήματα μας.
Δεν υπάρχει κανείς που να μην αισθάνεται ότι έρχονται και χερότερα.
Όλοι αυτοί που μας μιλούν για νούμερα είναι άνθρωποι της θεωρίας και όχι της πράξης.
Η ανεργία είναι πάνω από 50% διότι δεν είναι όλος ο κόσμος γράμμένος στον ΟΑΕΔ.
Η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από ότι περιγράφουν.
Οι αυτοκτονίες πολύ περισσότερες από όσες μαθαίνουμε.
Και σε όλο αυτό που ζούμε το αλλαλούμ δεν ξεχνάμε ότι η “Παναγιά” δεν έχει ξεχάσει και δεν αφήνει ποτέ τους Έλληνες.
Μπορεί αυτό το καλοκαίρι να είναι το πιο δύσκολο που θα περάσουμε τον τελευταίο μισό αιώνα, μπορεί όμως κάποτε να βάλουμε μυαλό από τα λάθη μας, και να “ενεργοποιηθούμε” όλοι μας για να “σωθούμε” όλοι μαζί.
Γιατί τα δύσκολα τα περνάς πιο ευκολα όταν κρατάς ένα χέρι και όχι μόνος.
Γράφει η Σοφία Κυριακίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου