Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Α-Ω ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ.Ταξιδεύοντας στις μνήμες του Ωραιοκάστρου.Άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε στον Οδηγό Αγοράς Ωραιοκάστρου 2014 του Νεόφυτου Ιορδανίδη. Περιγράφει τους Επαγγελματίες του Ωραιοκάστρου από το 1940-2000


Ταξιδεύοντας στις μνήμες του Ωραιοκάστρου, δεν έβλεπα μόνο τις ρυτίδες εκείνου του γέροντα που τα χρόνια τόσο πολύ τις είχαν βαθύνει, αυλάκια θαρρείς, σε χωραφίσια γη. Άλλωστε εκείνος ο γαλήνιος άνθρωπος ήταν πια ενενηντάρης.  Στις βαθειές του ρυτίδες λοιπόν, δεν διάβασα μόνο την ηλικία του που αντιμαχόταν το χρόνο.
   Σ’ εκείνες εκεί τις ρυτίδες-ποταμούς του προσώπου του, τα χρόνια μιας ολάκερης ζωής αφουγκραζόμουν, ποταμόνερα λες, να κυλούν. Μιας ζωής που ο χρόνος την ξεφύλλισε πάνω του και πάνω σ’ όλους τους άλλους κατοίκους  του Ωραιοκάστρου, στιγμή τη στιγμή, ώρα την ώρα, μέρα τη μέρα, χρόνο το χρόνο.
   Μιας ζωής, ζωντανής μαρτυρίας της δημιουργίας αυτού του όμορφου τόπου και της πορείας του, από το μακρινό χθες των αναμνήσεων, στο σύντομο  σήμερα της πραγματικότητας και στο άδηλο αύριο της προσμονής.
   Τις ρυτίδες εκείνου του γέροντα (και όχι μόνο) βλέποντας, σκίρτησε η καρδιά μου, συγκινήθηκε η ψυχή και η μνήμη μου, νοσταλγίας λαχτάρα γεμάτη, έτρεξε πίσω στα περασμένα. Σ’ εκείνον τον καιρό που οι πόντιοι πρόγονοί μας, κουβαλώντας μνήμες, θύμησες και πληγές, ξεριζωμένοι από τα πατρογονικά τους εδάφη, έφτασαν στην Ελλάδα και ρίζωσαν σάμπως δέντρα κι αυτοί,στον νέο τους τόπο κι άρχισαν εδώ, τη νέα τους ζωή, στήνοντας νέα νοικοκυριά.

   Έτσι καθώς έβλεπα σιωπηλός λοιπόν τις ρυτίδες εκείνου του σεβάσμιου γέροντα, φίλε αναγνώστη, η μνήμη πισωκύλησε σαν στρόγγυλη πέτρα θαρρείς από μια βουνοκορφή και στου βουνού τη βάση κατέβηκε. Κι η θύμηση χάθηκε, ξεμάκρυνε από το σήμερα στο χθες. Στο 1922. Τότε που «γεννήθηκε» η καινούργια πατρίδα από τους πρώτους πρόσφυγες που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ από τα διάφορα μέρη του Πόντου.
   Εκείνοι οι ήρωες πρόσφυγες, άντλησαν δύναμη από μέσα τους και θέληση και τον αδιαμόρφωτο και πετρώδη τόπο, εκείνου του καιρού άρχισαν να τον διαμορφώνουν με μεθοδικότητα με σύνεση. Και  με πολλή υπομονή και επιμονή, σιγά-σιγά τον ομόρφυναν, τον καλλώπισαν, τον έκαναν το ωραίο θέρετρο της Θεσσαλονίκης και τον ονόμασαν Ωραιόκαστρο, για να τιμήσουν και να θυμούνται την παλιά τους πατρίδα το Χατς Καλέ του Πόντου. Που σημαίνει Ωραιόκαστρο.
   Από τότε που ήμουν μικρό παιδί κι εγώ-τώρα πια με πολιορκεί στενά κι εμένα ο χρόνος-θυμάμαι τα στάδια της ηλικίας του τόπου μου. Άλλωστε κάθε τόπος ζωντανός οργανισμός είναι κι εκείνος όπως ο άνθρωπoς. Και στον πίνακα του χρόνου καταγράφει αδρά την ηλικία του.
   Γνώρισα λοιπόν και έζησα κι εγώ, την νηπιακή ηλικία του τόπου μου, την παιδική του ηλικία, την εφηβική του, την ενηλικίωσή του, τη μεστότητά του και την ωριμότητά του, καθώς αντικρίζω τώρα κι εγώ, μπροστά στον καθρέφτη του χρόνου, την δική μου την ωριμότητα, να μου χαμογελάει αινιγματικά.
   Και νομίζω πως το όνομα του τόπου μου ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Γιατί αλλάζοντας συνέχεια μορφή και όψη, γίνεται πιο όμορφος και μας εκπλήσσει ευχάριστα με τις μεταμορφώσεις του. Εμείς, απλά, ειδικότερα όσοι γνωρίζουμε το Ωραιόκαστρο από τα πρώτα βήματα της ζωής του, το νοσταλγούμε με πολλή συγκίνηση. Το κρατάμε ολοζώντανο στη μνήμη μας, το βλέπουμε με της καρδιάς μας τα μάτια, όπως το ζήσαμε τότε, εκείνα τα χρόνια που παιδιά, τρέχαμε ακούραστα στους χωμάτινους δρόμους του, παίζοντας ποδόσφαιρο στις αλάνες του, πολλές φορές με μια πάνινη μπάλα ή και άλλα παιχνίδια.
   Πάντα περπατάμε νοερά, μέσα στη χωμάτινη αυλή εκείνου του τριτάξιου Δημοτικού μας Σχολείου που το 1934 χτίστηκε με τα πέτρινα σκαλοπάτια μπρος και τα μαρμάρινα πίσω κι η ψυχή ξαναζεσταίνεται  καθώς ξαναθυμάται τα σκιρτήματα της παιδικής μας καρδιάς κι αναπολεί τους πρώτους μας παιδικούς έρωτες. Σ’ εκείνο το πέτρινο κτίριο με τις δυο αίθουσες διδασκαλίας από το οποίο αποφοίτησαν και οι γονείς μας.
   Πρέπει βέβαια εδώ να αναφερθούν οι πρόεδροι του χωριού, οι ιερείς οι δάσκαλοι οι καθηγητές, Θα προσπαθήσω να αναφέρω μερικούς, με τον κίνδυνο ασφαλώς να ξεχάσω κάποιους.  Εξ άλλου το κείμενο που διαβάζεις καλέ μου συντοπίτη δεν είναι λαογραφικό. Ως προς αυτό, πιστεύω πως υπάρχουν άλλοι να το πράξουν πολύ πιο καλά από μένα ως ειδικότεροι από την ταπεινότητά μου.
   Εγώ ένα λογοτεχνικό κείμενο προσπαθώ να ξεδιπλώσω με την πένα μου πάνω στο χαρτί, για ν’ αφουγκραστείς καλέ μου φίλε τη συναισθηματική μου φόρτιση και την αγάπη μου για τον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Μέσα σε τούτο το γραπτό, τις αναμνήσεις μου ξεφυλλίζω μπροστά στα μάτια σου σελίδα-σελίδα και σε καλώ, σε προσκαλώ κι εσέ αν όλες τούτες οι αναμνήσεις σε συγκινούν ακόμα, να τις ξαναζήσουμε αντάμα εσύ κι εγώ.

   Πρόεδροι λοιπόν του Ωραιοκάστρου ήταν οι: Χαραβόπουλος Κωσταντίνος, Τομπάζης Θεμιστοκλής Τσακαλίδης Νικόλαος, Τσαμεσίδης Σαμψών, Ουζούνης Χρήστος, Χριστοδουλίδης Γεώργιος, Γαλιτσίδης Χρήστος, Χαραλαμπίδης Αδάμ, Κασιμίδης Δημήτριος, Ιορδανίδης Χρήστος, Σωτηριάδης Ιωάννης, Μπάτος Συμεών, Χαραβόπουλος Γεώργιος, Τριανταφυλλίδης Χρήστος, Χαραβόπουλος Χαρίλαος, Τσακαλίδης Αδάμ, Μπάτος Ιωάννης  Μπάτος Νικόλαος, πρώην Δήμαρχος, Δημήτριος Σαραμάντος, σημερινός Δήμαρχος.  
Ιερείς του ήταν οι εξής: Ο παπά Χρυσόστομος Σιδηρόπουλος που ήρθε πρώτος το 1918 στο Ωραιόκαστρο. Ο παπά Στέφανος Στεφόπουλος, Μιχαήλ Τριανταφυλλίδης, Γαβριήλ Παπαδημητράκης, Νικόλαος Φράγκος  κ.α.

   Οι πρώτοι δάσκαλοι ήταν οι Κισούμης Νικόλαος Πόντικας Δημήτρης, Ζάχος Δημήτρης με τη σύζυγό του Πολύμνια, Παπαδόπουλος Παύλος Ωρολογάς Ιεροκλής, Αγγελίδης Κωσταντίνος Ατματζίδης Στέφανος Παπαδοπούλου Λαύρα, Μπανιωτόπουλος Κωσταντίνος με τη σύζυγό του Χριστίνα, Δημήτριος Δαμιανίδης, Κυριακίδου Μαρία, Εξαδακτύλου Μαρία κ.α.

    Ενδεικτικά θα αναφέρω και κάποιους καθηγητές όσους μπορώ να θυμηθώ. Στυλιανίδης Γεώργιος,   Μαυροπούλου Ευγενία, Παπαχρήστου Σοφία Γοτουχίδου Σοφία, Δημητριάδης Σωτήριος, Δουβλέκας Σωτήριος, Κεσσόπουλος Αριστείδης Παπαγεωργίου Βασίλειος, Δαϊτίδου Μαρία, Μουχλιανίτης Γαβριήλ, Βορεόπουλος Πάρις κ.α.   

   Αναρωτιέμαι, αλήθεια, ποιος από τους γηγενείς κατοίκους τούτου του τόπου  δεν θυμάται μαζί με το παλιό σχολείο κι εκείνη την παλιά τούβλινη εκκλησία με τον τσιμεντένιο τρούλο την Κοίμηση της Θεοτόκου. Στη θέση εκείνης, σήμερα υπάρχει η καινούργια ομώνυμη μεγάλη εκκλησία. Και στην αυλή του παλιού σχολείου που εμείς οι τότε μαθητές, κυνηγούσαμε τις λαχτάρες μας και τα όνειρά μας,  καινούργια Δημοτικά σχολεία χτίστηκαν. Και του χωριού τα αλώνια; Ποιος δεν θυμάται τον εαυτό του παιδί να τρέχει ανάμεσα στις θημωνιές που περίμεναν ν’ αλωνιστούν ή τις υψηλές στοίβες του άχυρου σε σχήμα κώνου που μοιάζανε λες πυραμίδες. Και μέσα και πάνω σ’ εκείνες τις αχυρένιες πυραμίδες συσσωρευμένοι όλοι οι κόποι των γεωργών προγόνων μας για τη ζωή τους. 
    Κι εμείς τα παιδιά, να βουτάμε μέσα τους, αλαλάζοντας, σαν να πέφταμε θαρρείς σε λαχταριστή δροσιά γαλάζιας θάλασσας. Ή εκείνον τον πετρόμυλο του Κοτσώνη Θανάση όπου οι αγρότες κάτοικοι του χωριού έφερναν με τα κάρα τους για ν’ αλέσουν το σιτάρι τους για το ψωμί τους αλλά και το κριθάρι τους, για να έχουν τροφή για τα ζώα τους.
   Εκεί ανταμώνονταν οι κάτοικοι του χωριού, θυμόσοφοι γέροντες και νεότεροι. Και πάνω στα ρυτιδωμένα αλλά αγνά πρόσωπά τους, στο ήθος τους, στην αξιοπρέπειά τους, στην απλότητά τους, χαιρόσουν την ομορφιά της ζωής. Και στην καλοσύνη της ψυχής τους, στο αυθόρμητο και άδολο γέλιο τους, εκείνη η ζωή η δύσκολη της προσφυγικής φτώχειας και της ανέχειας, πιο όμορφη φάνταζε στα μάτια μας θαρρώ, στου ήλιου την καθημερινή ανατολή και στο βασίλεμά του. 

   Τώρα στη θέση του Μύλου (όπως και σ’ όλο το Ωραιόκαστρο φυσικά) έχουν ανεγερθεί καλαίσθητα και άνετα σπίτια. Το όνομα Μύλος όμως  ευτυχώς υπάρχει και αναφέρεται ως στάση του αστικού λεωφορείου. Έτσι, θυμόμαστε εκείνον το Μύλο και προ πάντων το μυλωνά του  με το ωραίο χιούμορ του, τον Θανάση τον Κοτσώνη, εκείνον τον ευγενή άνθρωπο που πάντα βοηθούσε τους συνανθρώπους του μαζί με τη σύζυγό του τη Μαρία, με το πάντα γελαστό της πρόσωπο, καθώς και τα τρία εξαίρετα παιδιά τους, τον Κώστα τον Κλεάνθη και τη Βέρα.   

Ποιός παλιός Ωραιοκαστρίτης δεν θυμάται τα παλιά καταστήματα του Ωραιοκάστρου.
Μπακάλικα των : Γρηγόρη Νικολαίδη (Κομνηνών κοντά στο Μυλο),Αχιλλέα Γεωργιάδη (Υψηλάντου με Κομνηνών γωνία), Ματσουκατίδη Μιχάλη (απέναντι από την τότε Κοινότητα), Γρηγοριάδη Πάνου, Κυριακίδη Στέλλιου, το μανάβικο του Τσαραμπουλίδη Γιώργου (Λ. Δημοκρατίας), το καφενείο του Οικονομίδη Γιώργου (Πλάτανος), το ζαχαροπλαστείο του Στέλιου Παπαδόπουλου, το ψιλικατζίδικο του Δημήτρη Καρασαββίδη, η ψησταριά τα σουτζουκάκια του Φώτη, την ψησταριά του Λάκη Πορφυριάδη, το καφενείο του Κυριακίδη Νικόλα, το μετέπειτα Κρεωπολείο του Μάκη Καρασαβίδη, το κρεωπολείο του Ιορδανίδη Ιερόθεου,  το καφενείο του Αμερικάνου, το καφενείο του Οικονομίδη Κώστα, του Νικόλαου Τσαφαρίδη, του Νεοφυτίδη Γιώργου, της Λίτας συμπεθέρας του Παπά, το σιδεράδικο του Δημήτρη Μπάτου, το θερινό κινηματογράφο του Μπάτου Σίμου, οι φούρνοι του Κυριακίδη Ιωάννη και Γεωργιάδη Λάζαρου, του Αχιλλέα Γεωργιάδη και του Χαραβόπουλου Χρήστου,το Ζαχαροπλαστείο GALAXY που έκανε εκείνα τα θεσπέσια πεινερλυ, το Ξενοδοχείο Παράδεισος του Λαζαρίδη Γιώργου (νυν Galaxy), το Ξενοδοχείο Χάρης, το κέντρο διασκέδασης  Kρυονέρι, το «Κελαηδούν τα πουλιά» του Ρωμανίδη Χάρη, «τα Αστέρια» του Παπαδόπουλου Κώστα, «οι κουκουνάρες» του Γαλιτσίδη Γιώργου, το Ξηροκαρπάδικο του Χρηματόπουλου Στάθη, τα δύο κουρεία του Γιάννη Κεσόπουλου και Αλέκου Κοσμίδη, το τσαγκάρικο του Θεόφιλου Αμοιρίδη, το βιλιοπωλείο και Φωτογραφείο του Τομπάζη Κώστα
Στο Παλαιόκαστρο από ότι θυμάμαι, «Το φτωχοκάλυβο» καφενείο του Κούντη Κώστα, το καφενείο του Κλέωνα Καμπάκη και πιο παλιά το παντοπωλείο-καφενείο του Παπαδόπουλου Αθανάσιου….και τόσα άλλα που ίσως δεν θυμάμαι.

   Πέρασε δύσκολα χρόνια ο τόπος μας. Φτώχειες, στερήσεις, κατοχή, μα μέσα του η ζωή ύφαινε πάντα τον εαυτό της. Μέσα του και πάνω στις ρυτίδες των ανθρώπων του που φρόντιζαν για τη ζωή τους, για να την κάνουν όσο μπορούσαν ανετότερη και ωραιότερη. Και αυτήν αλλά και τον ίδιο τον τόπο τους. Ώσπου πλέον το Ωραιόκαστρο εκείνων των λίγων  κατοίκων, έγινε τόπος συνεχούς επίσκεψης και κατόπιν μόνιμης διαμονής και κατοικίας πολλών Θεσσαλονικέων, που κι εκείνοι πια το αγαπούν και το νιώθουν δικό τους και τους ευχαριστούμε γι’ αυτό.
   Σήμερα εκείνος ο πουρναροτόπος  έγινε αγνώριστος. Έγινε ένας μεγάλος Δήμος με τα πέριξ αυτού δημοτικά του διαμερίσματά. Είναι πια μια πόλη με την Αστυνομία της με τις Τράπεζές της, με την αγορά της, με τα Σχολεία της, Παιδικούς σταθμούς Νηπιαγωγεία, Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκειο. Με αστική συγκοινωνία, φαρμακεία, ιδιωτικά ιατρεία και ΙΚΑ δημοτικό κολυμβητήριο σχολή ΟΑΕΔ. Μεταμορφώθηκε σε πλήρως αστικό τόπο. Η κουραστική αγροτική ζωή των κατοίκων του Ωραιοκάστρου, με τις αγελάδες, τα κάρα τα άλογα και το αλέτρι με το οποίο όργωναν τα χωράφια τους αποτελεί πλέον παρελθόν, γεμάτο νοσταλγία όμως. Ευτυχώς που μέσα σε κάποια οικόπεδα, ελάχιστα βέβαια, υπάρχουν ακόμα κάποια σπίτια παλιά που έχουν γεράσει μαζί με τους ενοίκους τους. Και εκείνοι μεν μπορεί όλοι σχεδόν να έχουν πια φύγει απ’ τη ζωή, τα σπίτια τους όμως υπάρχουν ακόμα, αντιστέκονται στο χρόνο, για να αναπολούμε τον παλιό εκείνο καιρό και να θυμόμαστε το παλιό Ωραιόκαστρο.
   Ναι ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα κάποια παλιά σπίτια, για να νιώθουμε μπαίνοντας μέσα τους, των προγόνων μας την ανάσα οι οποίοι με νερό τον ιδρώτα τους, με λάσπη τις προσδοκίες τους και με υλικά τα όνειρά τους, έχτισαν μέσα σ’ εκείνα τα σπίτια τις ζωές τους, θεμελιώνοντας με υπομονή το αύριο, στων παιδιών τους το γέλιο.
   Τώρα, εμείς οι απόγονοι τους, θεματοφύλακες των οραμάτων τους ας είμαστε κι ας μην ξεχνάμε το χρέος μας απέναντί τους. Το Ωραιόκαστρο που από κείνους κληρονομήσαμε, απολαμβάνοντας σήμερα την ομορφιά του, ας φροντίσουμε να το παραδώσουμε στους απογόνους μας, ακόμα καλύτερο, ακόμα δημιουργικότερο, ακόμα ωραιότερο, για το αύριο που θα έρθει. Και προ παντός ας τους μνημονεύουμε πάντα με συγκίνηση και αγάπη. Η συνεχής αναφορά στους γονείς και στους παππούδες μας που μας γέννησαν, μας ντάντεψαν και μας μεγάλωσαν, ας ανάβει πάντα μέσα μας, κερί άσβηστο στη μνήμη τους.  Είναι το ελάχιστο χρέος μας προς όλους εκείνους που για το δικό μας το αύριο μόχθησαν.

  ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
  Λογοτέχνης ποιητής  

Δεν υπάρχουν σχόλια: